
Ο ψηφοφόρος έχει δύο ψήφους. Η μία ψήφος είναι για το κόμμα και η άλλη για τον υποψήφιο στη μονοεδρική περιφέρεια.
Ο αριθμός των εδρών που εκλέγει ένα κόμμα, υπολογίζεται με βάση το ποσοστό των ψηφοδελτίων που έχει συγκεντρώσει με τη δεύτερη ψήφο με το αναλογικό σύστημα.
Πριν από κάθε εκλογική αναμέτρηση καθορίζονται οι εκλογικές περιφέρειες. Οι εκλογικές περιφέρειες μπορούν να αλλάζουν ανάλογα με την αύξηση ή τη μείωση του πληθυσμού ώστε να έχουν πάνω κάτω ίσο αριθμό εκλογέων.
Στις μονοεδρικές περιφέρειες, για να υπάρχουν παντού οι ίδιες προϋποθέσεις, πρέπει ο αριθμός των εκλογέων να είναι στο ίδιο αριθμητικά επίπεδο. Διαφορετικά αν π.χ. μια περιφέρει θα είχε 1000 εκλογείς και μια άλλη 10.000, θα μπορούσε να εκλεγεί ο υποψήφιος στην περιφέρεια των 1000 εκλογέων που θα συγκεντρώσει 501 ψήφους και να μην εκλεγεί αυτός που σε άλλη περιφέρεια θα έχει λάβει 4.999 ψήφους.
Αν εφαρμοσθεί επακριβώς το γερμανικό σύστημα, η χώρα θα πρέπει να διαιρεθεί σε 150 μονοεδρικές εκλογικές περιφέρειες, που θα ισχύει το πλειοψηφικό σύστημα και σε κάποιες ευρείες περιφέρειες στις οποίες θα εκλέγονται 150 βουλευτές με το αναλογικό σύστημα και με βάση τις κομματικές λίστες.
Η υιοθέτηση αυτού του συστήματος είναι βέβαιο ότι θα συμβάλει στην εξυγίανση και στην ανανέωση της πολιτικής ζωής. Θα πέσουν τα πολιτικά φέουδα, αφού στις μονοεδρικές περιφέρειες, θα μπορούν να διεκδικήσουν χωρίς οικονομικό κόστος την εκλογή τους και καταξιωμένα στην περιφέρειά τους πρόσωπα που δεν είναι παραγωγή κανενός κομματικού σωλήνα. Είναι δε σε μεγάλο βαθμό και αξιοκρατικό. Ο ψηφοφόρος έχει τη δυνατότητα να ψηφίσει το κόμμα που επιθυμεί, αλλά και τον υποψήφιο που προτιμά και ο οποίος μπορεί να είναι άλλου κόμματος ή ανεξάρτητος.
Το σύστημα αυτό βάζει τέλος στην πελατειακή σχέση βουλευτή και ψηφοφόρου.
http://kentri.gr
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου