Δευτέρα 10 Μαΐου 2010

ΝΔ, η "Λούμπεν Λαϊκή Δεξιά"

Οι Ρωμαίοι αυτοκράτορες στραγγάλιζαν τους ανταγωνιστές τους για την εξουσία, όταν έπαιρναν το στέμμα. Οι Αζτέκοι τους άνοιγαν το θώρακα και προσέφεραν θυσία τις καρδιές τους – και μαζί εκείνες όλη τους την οικογένειας - στο Ντεζουαχογιοκότλ. (παρένθεση: σκεφτείτε να ήταν ο Αντώνης Σαμαράς Αζτέκος…) Στη ΝΔ αν πάρεις το κόμμα, το έθιμο προβλέπει να διαγράψεις τον ανθυποψήφιο σου…
 
Ο Μαρξ έγραψε, πως η ιστορία επαναλαμβάνεται ως τραγωδία και ως φάρσα. Στην συγκεκριμένη περίπτωση, η επανάληψη ήταν μια μαύρη φάρσα. Μαύρη για τη χώρα, γιατί αν πιστέψουμε το τελευταίο Κώνειο ο Σαμαράς αποφάσισε να πει όχι στην συμφωνία για την στήριξη της χώρας μας  επειδή η Ντόρα είχε εκτεθεί υπέρ της. Ενήργησε δηλαδή για ένα ζήτημα κεφαλαιώδους εθνικής σημασίας με μικροκομματικά ελατήρια. Και λυπάμαι που το γράφω, αλλά αυτή είναι η καλή εκδοχή για τον Αντώνη Σαμαρά. Η κακή εκδοχή λέει, ότι στη Ρηγίλλης περιμένουν η χώρα να μπει σε περιπέτειες και ο Γιώργος Παπανδρέου να αποτύχει, ώστε η εξουσία θα τους έρθει στο πιάτο. Σε απλά ελληνικά, ο Αντώνης Σαμαράς «παίζει» το χαρτί της χρεοκοπίας. Αν πιστέψει κανείς τις διαρροές του Πάνου Παναγιωτόπουλου, για να δικαιολογήσει την απόφαση του να καταψηφίσει τη συμφωνία έπαιρνε τηλέφωνο τους ευρωπαίους πρέσβεις και τους έλεγε ότι με τη στάση του διασφαλίζει ότι θα υπάρξει κυβέρνηση να αναλάβει την επόμενη μέρα, καθώς σε αυτόν δεν χρεώνονται τα αντιλαϊκά μέτρα. Μπορεί βέβαια κανείς να αναρωτηθεί τι νόημα έχει να αναλάβεις το τιμόνι σε μια χρεοκοπημένη χώρα; Σε όλες τις καταστάσεις, ακόμα και στις πιο ανώμαλες βρίσκεται ένας ματαιόδοξος να αναλάβει. Πάντα θα υπάρχει μια κυβέρνηση, και η εξουσία είναι αφροδισιακή…
Για το μικρόκοσμο της ΝΔ όμως οι εξελίξεις ήταν μια μανιέρα απολύτως προβλέψιμη. Η Ντόρα Μπακογιάννη είχε πει κάποτε πως στην πολιτική δεν μπορείς να κάνεις πρόβλεψη για παραπάνω από έξι μήνες. Από αυτό μπορεί να συμπεράνει κανείς, ότι την απόφαση να οδηγήσει τα πράγματα σε ρήξη, δεν την είχε πάρει στις 29 Νοεμβρίου. Μετά την εκλογή του Σαμαρά στην ηγεσία της ΝΔ έγινε ήταν σαφές σε όλους ότι η συνύπαρξη είναι αδύνατη. Ντόρα και Αντώνης έπαιζαν έξι μήνες τη γάτα με το ποντίκι για το ποιος θα χρεωθεί τη ρήξη. Την ευκαιρία την δημιούργησε ο πρόεδρος της ΝΔ πριν από λίγες εβδομάδες όταν, σε μια έκρηξη βερμπαλισμού από αυτές που τον χαρακτηρίζουν, είπε ότι «η αντίθεση στο ΔΝΤ είναι αδιαπραγμάτευτη εθνική στάση». Η κυρία είδε φως και κινήθηκε αριστοτεχνικά για να εξασφαλίσει μια ηρωϊκή έξοδο.
Η Ντόρα κατοχύρωσε πρώτη την κατάφαση στη συμφωνία στήριξης από την ΕΕ, την ΕΚΤ και το - επάρατο - ΔΝΤ, δυσκολεύοντας και σε εσωκομματικό επίπεδο στον ως τότε μετέωρο Σαμαρά να πει ναι στη συμφωνία στήριξης, και να μην φανεί ότι σύρθηκε στη γραμμή της. Πήγε μάλιστα και τον είδε, και δήθεν διαμαρτυρήθηκε στη συνέχεια επειδή διέρρευσε το περιεχόμενο της συνομιλίας τους, ακριβώς για να κατοχυρώσει το ναι.
Εδώ είναι απαραίτητη μια παρένθεση: Ο ίδιος ο Αντώνης Σαμαράς έχει χαρακτηρίσει τη ΝΔ - και θεωρητικά τουλάχιστον θα έπρεπε να είναι - το κατ’ εξοχήν αστικό κόμμα της χώρας. Όταν ένα τέτοιο κόμμα, που υποτίθεται ότι εκφράζει τους «νοικοκυραίους» καλείται να αποφασίσει ανάμεσα σε μια συμφωνία με επαχθείς όρους και τη χρεωκοπία της χώρας το αυτονόητο είναι να πάρει τη συμφωνία έστω και με επαχθείς όρους. Δεν χρειάζεται ιδιαίτερη σοφία για να μαντέψει κανείς τι θα είχε κάνει το μέτρο των πραγμάτων στη ΝΔ - δηλαδή ο Κωνσταντίνος Καραμανλής - σε μια τέτοια περίπτωση. Η Ντόρα είχε κατοχυρώσει την υπεύθυνη θέση για ένα κόμμα της Ευρωπαϊκής Κεντροδεξιάς. Αν αυτό σήμαινε τη ρήξη, είχε διασφαλίσει τους πολιτικά καλύτερους όρους. 
Σπάνια σε ένα πολιτικό σχέδιο η κάθε πλευρά κάνει ότι περιμένει η άλλη, εκτός αν είναι προσυμφωνημένο. Δεν ήταν, και γι’ αυτό όλη η υπόθεση πήρε ένα χαρακτήρα κυνικής διεκπεραίωσης ενός προδιαγεγραμμένου σεναρίου. Όταν αυτό που όλοι περίμεναν έγινε, στενός συνεργάτης κορυφαίου υπουργού με ισχυρό ρόλο την περίοδο της κατάρρευσης της κυβέρνησης Καραμανλή διέγνωσε την ανακούφιση στα πρόσωπα και των δύο πρωταγωνιστών του δράματος και χαρακτήρισε την εξέλιξη, το πιο βελούδινο διαζύγιο που μπορούσε να φανταστεί κανείς…
Και μετά τι; Για τα κανάλια, το ζήτημα ήταν αν θα κάνει κόμμα η Ντόρα Μπακογιάννη και πότε. Πολύ δύσκολα όμως μπορεί να προβλέψει και ακόμα περισσότερο να προδιαγράψει κανείς το πολιτικό μέλλον ενός σημαντικού παίκτη του συστήματος, όταν αυτός επιλέξει την πορεία στην έρημο. Μετά τις διαγραφές του 1998, η επιστροφή του Γιώργου Σουφλιά στη ΝΔ πιθανόν να μην υπήρχε σαν σενάριο, και σε καμία περίπτωση  δεν ήταν ισχυρό. Ακόμα και αν διακατέχεται κανείς από την υπεραισιοδοξία του μητσοτακέϊκου, δεν μπορεί να παραβλέψει πως το πολιτικό μέλλον της κ. Μπακογιάννη φαντάζει θολό.

Στο νεοκλασσικό της Ρηγίλλης ο Αντώνης Σαμαράς φαίνεται να έχει ισχυροποιηθεί στο εσωκομματικό παιχνίδι. Όμως το 2010 δεν είναι 1998, η Ελλάδα είναι μια εντελώς διαφορετική χώρα και ο σημερινός πρόεδρος της ΝΔ δεν έχει, όπως ο προκάτοχος του «κληρονομικό» δικαίωμα στην ηγεσία. Η διαγραφή των 6 ήταν το ηγετικό τεστ για τον Κώστα Καραμανλή σε ένα αμιγώς καραμανλικό κόμμα. Αυτό το κόμμα προτίμησε να καταλήξει στα χέρια του Σαμαρά, από το να τεθεί υπό τον έλεγχο της Ντόρας. Τώρα που εκείνη βγήκε από τη μέση, οι επικρατέστεροι καραμανλικοί της νέας γενιάς ανατρέχουν στον Schiller και ας μην τον έχουν διαβάσει ποτέ: «The Moor has done his duty, the moor can go»...
Όμως «καραμανλικό κέντρο» και «καραμανλική κεντρική βούληση» δεν υπάρχει πια στη ΝΔ, αυτά τελείωσαν μαζί με τη διακυβέρνηση Καραμανλή. Υπάρχουν ομάδες που διεκδικούν ηγετικό ρόλο για τους εκλεκτούς τους, μια γύρω από τον Ευρυπίδη Στυλιανίδη, μια άλλη που βλέπει θετικά τον Άρη, και φυσικά υπάρχει η ομάδα των σωματοφυλάκων  τον πρώην προέδρου Κώστα Καραμανλή (Αδριανός, Αντώναρος, Σιούφας, Παυλόπουλος), ο οποίοι υποτίθεται ότι λειτουργούν εξ’ ονόματος του. Δύσκολα πάντως μπορεί να φανταστεί κανείς, μετά τη γενικευμένη αποδοκιμασία των τελευταίων μηνών, ότι ο Κώστας Καραμανλής μπορεί να επιστρέψει πάλι στο προσκήνιο.
Απέναντι σε μια καραμανλική πλειοψηφία-σκορποχώρι και χωρίς ηθικό, ο Σαμαράς έχει ένα αναμφισβήτητο πλεονέκτημα. Αν και παράδοξο για την κοινωνική του καταγωγή, είναι ο πρώτος πρόεδρος της ΝΔ με τον οποίο μπορεί να ταυτιστεί, όσο με κανέναν από τους προκατόχους του η σκληρή βάση του κόμματος. Τον «Εθνάρχη» τον έβλεπαν σαν θεό, με Ράλλη και Αβέρωφ η απόσταση ήταν ταξική, τον Μητσοτάκη τον θεωρούσαν ξένο σώμα. Ο Κώστας Καραμανλής είχε την απαραίτητη «λαϊκότητα» και ήταν δικό τους παιδί, ουδέποτε όμως εξέφρασε στον πολιτικό του λόγο τις δικές τους απόψεις. Ο Αντώνης Σαμαράς όμως το κάνει, λέει αυτά που θέλουν να ακούσουν. Και φαίνεται να ποντάρει πάνω τους για να «χτίσει» μια βάση εξουσίας που θα του επιτρέψει να ελέγξει τη ΝΔ.

Αυτή η «λούμπεν λαϊκή δεξιά» όπως την χαρακτηρίζει γνώστης του χώρου είναι κατά βάση θρησκόληπτη και ξενόφοβη, αντιδυτική και κρατικίστικη, ένα μείγμα περίεργο, που ρίχνει ένα διαφορετικό φως στην απόφαση του Σαμαρά να καταψηφίσει τη συμφωνία με το ΔΝΤ. Ένας πονοκέφαλος για τον αρχηγό είναι ότι δεν παράγει στελέχη. Ο μοναδικός πολιτικός της αστέρας είναι ο νομάρχης Θεσσαλονίκης Παναγιώτης Ψωμιάδης που ακριβώς γι’ αυτό όμως έχει κατοχυρώσει την αυτονομία του, τόσο απέναντι της όσο απέναντι και στην εκάστοτε ηγεσία της ΝΔ. Ένας δεύτερος, και σημαντικότερος, ότι η παραταξιακή της συνείδηση δεν είναι αυτή που ήταν κάποτε.  
Το ζήτημα είναι πάντως ότι σε ένα πολιτικό σκηνικό που κλονίζεται από τα θεμέλια του είναι αμφίβολο αν ο Σαμαράς θα έχει το χρόνο για να θέσει απόλυτα υπό τον έλεγχο του τη ΝΔ, ακολουθώντας συνταγές περασμένων δεκαετιών. Σε αντίθεση με κάθε άλλο νέο αρχηγό του της ΝΔ πρέπει να σταθεί στον ανταγωνισμό για τον παραταξιακό ψηφοφόρο από το κόμμα του Γιωργου Καρατζαφέρη.  Και το πρόβλημα του είναι ότι η ανασφάλεια του και η έλλειψη εμπιστοσύνης απέναντι στα στελέχη του δεν του επιτρέπει να ανοίξει το παιχνίδι. Ο Σαμαράς λειτουργεί ακόμα ως αρχηγός μικρού κόμματος με λίγους έμπιστους ομοϊδεάτες και ορισμένους από αυτούς που τον στήριξαν στη μάχη της διαδοχής Καραμανλή. Ο μόνος που διαθέτει πολιτική εμβέλεια είναι ο Πάνος Παναγιωτόπουλος, και το εκμεταλλεύεται στο έπακρο για να ισχυροποιήσει τη θέση του. Το ότι μπλοκάρει ακόμη και αποφάσεις του αρχηγού, όπως π.χ. όταν απέτρεψε την ένταξη του Γρηγόρη Τσιμογιάννη, ενός από τους πλέον έμπιστους φίλους του Σαμαρά, στο επικοινωνιακό επιτελείο, λέει πολλά. 
Έτσι όμως, όχι μόνον περιορίζει ακόμα περισσότερο την απήχηση της ήδη συρρικνωμένης ΝΔ στην κοινωνία, αλλά και το δικό του «πέρασμα» στο εσωτερικό του κόμματος. Αυτό δεν θα μπορεί να μείνει χωρίς συνέπειες σε ένα κόμμα πολυσυλλεκτικό με πανσπερμία απόψεων και στο οποίο μια μεγάλη μερίδα στελεχών που στήριξαν την κ. Μπακογιάννη για την ηγεσία, είτε τηρούν αποστάσεις από τη Ρηγίλλης είτε θεωρούν ότι βρίσκονται απέξω. Κανένα από αυτά τα στελέχη δεν ακολούθησαν την κ. Μπακογιάννη στην έξοδο, και κάποια μάλλον θα κάνουν δύσκολη τη ζωή του Αντώνη Σαμαρά στο μέλλον, ειδικά αν το πρώτο κρίσιμο τεστ στις εκλογές για την αυτοδιοίκηση δεν πάει καλά.